Το μοναδικό στον άνθρωπο φαινόμενο του κλάματος αναπτύχθηκε ως τρόπος επικοινωνίας των συναισθημάτων πολύ πριν
από την ανάπτυξη της ομιλίας, υποστηρίζει ένας διακεκριμένος επιστήμονας.
Ο δρ Μάικλ Τρίμπλ, ομότιμος καθηγητής Συμπεριφορικής Νευρολογίας στο Ίδρυμα Νευρολογίας του University College, στο
Λονδίνο, πιστεύει ότι υπήρξε μια εποχή στην ανάπτυξη του ανθρώπου όταν τα δάκρυα είχαν ένα νόημα πολύ πέραν της
βιο-μηχανικής λειτουργίας τους, που είναι η διατήρηση υγρού του οφθαλμικού βολβού.
Σε βιβλίο του που κυκλοφόρησε προσφάτως στη Βρετανία και τιτλοφορείται «Why Humans Like to Cry» (εκδ. Oxford
University Press), προσπαθεί να ρίξει φως στο ερώτημα γιατί ο άνθρωπος είναι το μοναδικό είδος του ζωικού βασιλείου που
κλαίει όταν υπερφορτίζεται συναισθηματικά.
Όπως εξηγεί, από βιολογικής πλευράς τα δάκρυα μας είναι απαραίτητα για να διατηρείται ο βολβός των ματιών υγρός, ενώ
οι πρωτεΐνες και άλλες ουσίες που περιέχουν τον διατηρούν υγιή και ικανό να προστατεύεται από τις επιθέσεις ιών και
βακτηρίων.
Σε όλα τα άλλα ζώα, ο ρόλος των δακρύων τελειώνει εδώ. Στον άνθρωπο, όμως, επιτελούν έναν ακόμα ρόλο:
υπερπαράγονται από χαρά, θυμό και πλήθος άλλων συναισθημάτων, με την λύπη να αποτελεί την κυριότερη αιτία
εμφάνισής τους.
Αυτή η μοναδική ιδιότητα των ανθρώπων δακρύων ώθησε τον δρα Τρίμπλ να διερευνήσει τη σημασία του φαινομένου και
τελικά να γράψει ολόκληρο βιβλίο γι’ αυτήν.
«Οι άνθρωποι κλαίνε για πολλούς λόγους», λέει στο επιστημονικό περιοδικό «Scientific American». «Δεν κλαίνε, όμως, όλοι
εξίσου ούτε για τους ίδιους λόγους.
»Οι περισσότεροι λ.χ. θα κλάψουν για συναισθηματικούς λόγους, όπως το πένθος και η θλίψη για μία απώλεια, αλλά πολύ
λίγοι κλαίνε για αισθητικούς λόγους – όταν λ.χ. κοιτάζουν έναν πίνακα, ένα γλυπτό ή ένα άλλο εξαίσιο έργο τέχνης.
»Έχουμε επίσης τα δάκρυα χαράς, τα οποία κατά κανόνα διαρκούν λιγότερο από εκείνα της θλίψης και του πένθους».
Αξιολογώντας το φαινόμενο από την πλευρά της νευροεπιστήμης, ο δρ Τμπλ γράφει ότι το κλάμα με τη μορφή που το ξέρουμε
πρέπει να αναπτύχθηκε στους πρώτους ανθρώπους κάποια καθοριστική εξελικτική στιγμή.
Όπως λέει, η εμφάνιση του συναισθηματικού κλάματος σχετίζεται με την εμφάνιση της αυτό-συνειδητοποίησης και την
αντίληψη ότι και οι άλλοι άνθρωποι έχουν συνείδηση του εαυτού τους.
Αυτό, υποστηρίζει, οδήγησε στην συνειδητοποίηση ότι ο εαυτός και οι άλλοι μπορούν να υποφέρουν, να νιώσουν θλίψη,
αλλά και να εξαφανιστούν.
Συμπίπτει επίσης με την εμφάνιση της συναισθηματικής προσκόλλησης, που οδήγησε στην έκφραση συναισθημάτων με
χαρακτηριστικές κινήσεις του προσώπου και τελικά με τα δάκρυα.
Ο δρ Τιμπλ προσθέτει πως όλ’ αυτά σημαίνουν ότι τα δάκρυα αποτελούν φυσική αντίδραση όχι μόνον στον πόνο, αλλά και
στην συμπόνια προς τους άλλους.
Και λέει ότι ελπίζει πως η δουλειά του θα απελευθερώσει πολλούς – ιδίως άντρες – από τον δισταγμό που έχουν να
κλάψουν.
«Δεν πρέπει να φοβόμαστε τα συναισθήματά μας, ιδίως όσα σχετίζονται με την συμπόνια, διότι η ικανότητά μας να νιώθουμε
συμπόνια και να κλαίμε εξαιτίας της αποτελεί το θεμέλιο της ηθικής και του πολιτισμού, που αποτελούν μοναδικά
χαρακτηριστικά του ανθρώπου», καταλήγει.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου